Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΒΡΑΓΓΙΑΝΩΝ

Σ’ αὐτόν τόν Ἱερό Ναό ἐδῶ καί περίπου τούς 4 αἰῶνες λειτούργησαν ἅγιες μορφές τῆς Ἐκκλησίας μας. Μία ἀπό αὐτές τίς μορφές ἦταν ὁ Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός μαζί μέ τόν Μαθητή τοῦ Ἀναστάσιο Γόρδιο ὁ ὁποῖος καί συνέγραψε τήν βιογραφία καί συνάμα τήν ἀκολουθία τοῦ Ἄγ. Σεραφείμ ὁ ὁποῖος καί ἐχειροτονήθη ἐκεῖ Ἀρχιερεύς Φαναρίου καί Νεοχωρίου.

Πάρα πολλά θά μπορούσαμε νά γράψουμε γι’ αὐτές τῆς δύο μορφές τῆς Μεγάλης του Γένους Σχολῆς, ἀλλά σχετικά θά ἀναφερθοῦμε ἐπιγραματικά καί γιά τούς δύο.

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ

Ὁ Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός, κατά κόσμον Ἰωαννούλης ἤ Γιαννούλης ὑπῆρξε ἐπιφανής διδάσκαλος τοῦ Γένους καί σθεναρός ἀγωνιστής τῆς Ὀρθοδοξίας.

Γεννήθηκε στό Μέγα Δένδρο Ἀποκούρου ἀπό φτωχούς γονεῖς τό 1595 τῶν ὁποίων τά ὀνόματα εἶναι Νικόλαος καί Στάμω. Τό 1616 χειροτονήθηκε διάκονος στή Μονή Τατάρνας καί παρέμεινε γιά ἕνα διάστημα στή Μονή Ξηροποτάμου Ἁγίου Ὅρους. Μεταβαίνοντας γιά ἐπίσκεψη στή Μονή Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ, χειροτονήθηκε τό 1619 πρεσβύτερος ἀπό τόν δυναμικό Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας (μετέπειτα Οἰκουμενικό) Κύριλλο Λούκαρη. Μετά τό Σινά, πραγματοποίησε προσκύνημα στούς Ἁγίους Τόπους, ὅπου ὑπηρέτησε ὡς ἐφημέριος του πατριαρχικοῦ παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου ἀπό τό 1619 ὡς τό 1622. Συνέχισε τίς σπουδές του στά Τρίκαλα, τήν Κεφαλονιά καί τή Ζάκυνθο, ὅπου μαθήτευσε κοντά στό Θεόφιλο Κορυδαλλέα.
Ὅταν τό 1636 ὁ Οἰκουμενικός πιά Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης κάλεσε τόν Κορυδαλλέα στήν πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, ὁ τελευταῖος πῆρε μαζί του καί τόν Ὅσιο, πού τοποθετήθηκε ἐφημέριος στό Ναό τοῦ Κοντοσκαλίου. Κατόπιν μαθήτευσε κοντά στό Μελέτιο Συρίγο γιά μικρό διάστημα, γιά νά ἐπανέλθει καί πάλι κοντά στόν Κορυδαλλέα. Ἔζησε ἐκ τοῦ σύνεγγυς τίς ταλαιπωρίες καί τίς περιπέτειες τοῦ Κύριλλου Λούκαρη καί ὑπέστη ἀπηνῆ διωγμό γιά τήν προσήλωσή του στήν Ὀρθοδοξία καί γιά τό ἀδούλωτο πνεῦμα του. Μετά τό θάνατο τοῦ Κύριλλου Λούκαρη, ὁ Ὅσιος εἶχε συνθέσει ἀκολουθία πρός τιμή του. Καθαιρέθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Κύριλλο Κονταρή, τόν Τουρκόφιλο καί Λατινόφρονα διώκτη τοῦ Κύριλλου Λούκαρη. Ὅταν ἀποκαταστάθηκε ἡ ἐκκλησιαστική τάξη, ὁ νέος Πατριάρχης Παρθένιος Α΄ τόν ἐπανέφερε πανηγυρικά (1639).
Διηύθυνε ἀπό τό 1639 ὡς τό 1640 τή Σχολή τῆς Ἄρτας. Μετά ἀπό ταλαιπωρία τό 1641 στό Αἰτωλικό, ὅπου τόν φυλάκισαν οἱ Τοῦρκοι, δίδαξε ὡς τό 1645 στό Μεσολόγγι καί στή συνέχεια πῆγε στό Καρπενήσι, ὅπου ἀνήγειρε μεγάλο Ναό τῆς Ἁγίας Τριάδας καί στόν περίβολό του Σχολή Ἀνωτέρων Γραμμάτων, πού ἀπέβη γιά τήν Εὐρυτανία κέντρο πνευματικῆς ἀναγεννήσεως. Ἀνέδειξε πολλούς καί σπουδαίους μαθητές, μεταξύ τῶν ὁποίων περιλαμβάνονταν Πατριάρχες, Ἐπίσκοποι καί ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος. Τό 1661 μετέβη στά Βραγγιανά καί ἵδρυσε Σχολή στή Μονή τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, πού ἀργότερα ὀνομάσθηκε «Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων». Φρόντισε νά ἱδρυθεῖ Σχολή καί στό Αἰτωλικό. Τό 1674 ξαναγύρισε στό Καρπενήσι, στήν παλιά του Σχολή, ὅπου ἔμεινε ὡς τό 1675. Μετά ἀπό μερικές περιπλανήσεις του στή Ναύπακτο, στό Μεσολόγγι καί στό Αἰτωλικό καί παραμονή στή Μονή Τατάρνας, ἐπέστρεψε στά Βραγγιανά καί δίδαξε ὡς τό 1680. Τό 1682 ἐξεδήμησε πρός Κύριον καί ἐτάφη στό νάρθηκα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ὅπου εἶχε ἑτοιμάσει ὁ ἴδιος τόν τάφο του.
Ὁ Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός θεωροῦνταν ὅτι εἶχε προφητικό χάρισμα. Ἦταν ταπεινός, ἐλεήμων, φιλάνθρωπος, φωτισμένος δάσκαλος, ἀγαποῦσε τή λειτουργική ζωή καί ἔζησε βίο ἀνεπίληπτο καί στερημένο. Κατηχοῦσε τούς πολυπληθεῖς μαθητές του στή γνήσια ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση. Ἄφησε ἀξιόλογο συγγραφικό ἔργο καί πολύτιμες ἐπιστολές, πού διακρίνονται γιά βαθιά ἑλληνομάθεια, γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί σοφία. Ἔγινε ὅσιος καί κατατάχθηκε στό Ὀρθόδοξο ἑορτολόγιο ἀπό τήν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τήν 1η Ἰουλίου 1982.
Ἡ μνήμη τοῦ ἐπιτελεῖται στίς 5 Αὐγούστου.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΟΡΔΙΟΣ

(1654 – 1729)

Ἀπό τούς σπουδαιότερους εἰσηγητές τῆς διδασκαλίας τῶν ἐπιστημονικῶν γνώσεων στό "Ἑλληνομουσεῖον τῶν Ἀγράφων", ὑπῆρξε ἀναμφισβήτητα ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος, ὁ ἐπιφανέστερος μαθητής, διάδοχος καί συνεχιστής τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου τοῦ Εὐγένιου Γιαννούλη τοῦ Αἰτωλοῦ. Ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος, ἦταν πολυμερέστατη φυσιογνωμία, γνώστης τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς καί λατινικῆς γραμματείας, κάτοχός της λατινικῆς, ἰταλικῆς καί γαλλικῆς γλώσσας καί γιατρός σπουδαγμένος στήν Ἰταλία. Ἄν καί εἶχε προτάσεις νά παραμείνει σέ ξένα πανεπιστήμια ἤ νά καταλάβει ὑψηλές θέσεις καί σέ αὐλές ἡγεμόνων, ὁ Γόρδιος προτίμησε νά ἐπιστρέψει στήν ὑπόδουλη πατρίδα του.

Ἐκτός ἀπό τή μακρόχρονη διδασκαλία στή γενέτειρά του, στά Μεγάλα Βραγγιανά, ὅπου καί πέθανε καί θάφτηκε στό ἴδιο μέρος μέ τό δάσκαλό του Γιαννούλη, ὁ Γόρδιος δίδαξε στό Αἰτωλικό καί ἴσως στά Τρίκαλα καί στό Καρπενήσι. Εὐρυμαθής λόγιος, γραμματομαθῆς, συνθέτης Ἐπιγραμμάτων, καθώς καί μεταφραστής στήν ἁπλοελληνική τῶν Ἀφορισμῶν τοῦ Ἱπποκράτη καί τοῦ ἔργου Βίοι ἀρχαίων Ἑλλήνων φιλοσόφων του Διογένη τοῦ Λαέρτιου, ὁ Γόρδιος ἔγραψε βιβλία ποικίλου περιεχομένου: "Συντομωτάτη ἔκθεσις Λογικῆς", "Ρητορική Τέχνη", "Λεξικόν τῆς καθομιλουμένης", "Ἐγχειρίδια" ὀρθογραφικά καί συντακτικά, Ἰατρικές "Συνταγές" καί 750 περίπου "Ἐπιστολές", ἀρκετές τῶν ὁποίων ἀναφέρονται σέ θέματα ὀργάνωσης καί λειτουργίας τῶν σχολείων τῆς ἐποχῆς. Παράλληλα ἔδειξε ἐνδιαφέρον καί γιά ἄλλες ἐπιστῆμες, ἀφοῦ μέ ὑπόδειξη τοῦ προσωπικοῦ φίλου καί συμμαθητή του στό Πατάβιο πανεπιστήμιο, διακεκριμένου Φαναριώτη λόγιου Νικόλαου Μαυροκορδάτου, συνέταξε στήν ἀρχαία ἑλληνική καί δημοτική γλώσσα βοτανολογικό καί ζωολογικό ὀνοματολόγιο προδρομικό στό εἶδος του. Συνάμα, βιογράφησε τό δάσκαλό του Γιαννούλη, ἔγραψε διάφορες θεολογικές διατριβές, "Ὀνειροκρίτη" καί ἐπιχείρησε ἑρμηνεία τῆς ἱστορίας μέ τήν "Ἀποκάλυψη". Μερικά ἀπό τά ἔργα τοῦ Γόρδιου ἐκδόθηκαν στό Βουκουρέστι, στή Μοσχοπόλη, στή Βιέννη, ἐνῶ ἄλλα ἔμειναν ἀντιγραμμένα σέ κώδικες μοναστηριῶν ἤ βιβλιοθηκῶν. Τό κύρος του ὡς σοφοῦ καί λογίου ἦταν τεράστιο σ’ ὅλη τήν κατοπινή τουρκοκρατία κι ὁρισμένοι μάλιστα τόν παραλλήλιζαν ἤ τόν σύγκριναν ἀκόμα καί μέ τόν Ἀριστοτέλη.

Ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος, ὑπῆρξε ἴσως μοναδικό φαινόμενο λογίου, πού ἀφιέρωσε 24 ὁλόκληρα χρόνια σέ σπουδές καί 43 γιά τή διδασκαλία τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων. Τά περισσότερα ἀπ’ αὐτά τά ἀνάλωσε στή Σχολή τῶν Μεγάλων Βραγγιανῶν. Ἀπό κεῖ ὁ Γόρδιος μεταλαμπάδευσε ὅλα τά φῶτα του, ἐνῶ ὑπῆρξε καί γιατρός στήν ὑπηρεσία τοῦ λαοῦ τῆς περιοχῆς.

Διάδοχος καί συνεχιστής τοῦ Γόρδιου στό "Ἑλληνομουσεῖον" τῶν Μεγάλων Βραγγιανῶν, ἀναδείχτηκε ὁ μαθητής τοῦ Θεοφάνης Ρίζος, ὁ Φουρνιώτης ἤ Βραγγιανίτης, πού μεταπήδησε ἀργότερα στή Σχολή τῆς Φουρνᾶς, καί ἡ Σχολή τῶν Ἀγράφων ἄρχισε τή φθίνουσα πορεία της.